Rena Sakellaridou
Rena Sakellaridou


Β. Δέκατο όγδοο επεισόδιο της καθημερινής σειράς podcasts Archisearch Talks με θεματική “Advice to Young Architects”. Και σήμερα έχουμε κοντά μας μία από τις κορυφαίες και πολυβραβευμένες διεθνώς Ελληνίδες αρχιτέκτονες, η οποία έχει σχεδιάσει σε συνεργασία, μερικά από τα πιο επιβλητικά και γνωστά κτίρια, όπως το Μέγαρο Καρατζά στην Αθήνα, το συγκρότημα της Εθνικής Ασφαλιστικής στη Συγγρού, το νέο κτίριο της Ακαδημίας Αθηνών. Και πρόσφατα, με το νέο της γραφείο, το εντυπωσιακό κτίριο της ναυτιλιακής Angemar, αλλά και το νέο κτίριο γραφείων της Prodea, το οποίο βρίσκεται υπό κατασκευή αυτή τη στιγμή στο Μαρούσι. Είναι τακτική καθηγήτρια στο ΑΠΘ και έχει γράψει το “Mario Botta: Architectural Poetics”, το οποίο εκδόθηκε στα αγγλικά και τα ιταλικά το 2002 από την Thames and Hudson και το 2000 από τη Riccioli. Το Δεκέμβριο του 2019, εκδόθηκε το βιβλίο της “Rena Sakelaridou: Sea Voyage: Photography by Erieta Attali” από τους Hatje Cantz στο Βερολίνο. Το αρχιτεκτονικό έργο του γραφείου SPARCH έχει διεθνή αναγνώριση με πολλά και σημαντικά βραβεία, 15 διεθνή και εθνικά βραβεία και 26 βραβεία σε αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς, εκ των οποίων τα 13 πρώτα, καθώς και πολλαπλές συμμετοχές σε διεθνείς εκθέσεις, δημοσιεύσεις και διαλέξεις. Έχει ως κύριο αντικείμενο της τον σχεδιασμό σύνθετων κτιρίων, γράφει για την αρχιτεκτονική σύνθεση, μελετά τη δημιουργικότητα και διδάσκει σχεδιασμό. Η συζήτηση αυτή γίνεται με αφορμή τα Archisearch Portfolio Reviews, στα οποία
συμμετέχει ως reviewer και μέντορας και θα βοηθήσει με την εμπειρία της νέους επαγγελματίες αρχιτέκτονες και designers, οι οποίοι αναζητούν κάποια κατεύθυνση για την επαγγελματική τους πορεία ή και τα μεταπτυχιακά τους. Κυρίες και κύριοι κοντά μας είναι η Ρένα Σακελλαρίδου. Ρένα καλησπέρα. Σε ευχαριστούμε πολύ που είσαι απόψε κοντά μας.
Β. Καλησπέρα, Ρένα. Σε ευχαριστώ πολύ για τη συμμετοχή σου στη σειρά. Παρακολουθώ με μεγάλο ενδιαφέρον όσα παρουσιάζονται, και χαίρομαι που είσαι μαζί μας.
Ρ. Καλησπέρα, Βασίλη, και εγώ σε ευχαριστώ θερμά για την πρόσκληση. Είναι χαρά μου να συμμετέχω σε αυτή τη συζήτηση.
Β. Ας ξεκινήσουμε από το έργο σου, το οποίο θεωρείται από τα σημαντικότερα στον χώρο των κτιρίων γραφείων στην Ελλάδα. Αναφέρομαι στο κτίριο της Angemar, ένα εξαιρετικό παράδειγμα αισθητικής αρχιτεκτονικής, που, αν δεν κάνω λάθος, είναι το μεγαλύτερο κτίριο γραφείων που κατασκευάστηκε στην Ελλάδα στην περίοδο της κρίσης, μετά το Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Μίλησέ μας λίγο γι’ αυτό το έργο, αλλά και για το πώς πιστεύεις ότι θα διαμορφωθούν οι χώροι γραφείων μετά την πανδημία. Θα επιστρέψουμε στο μοντέλο του «κουτιού» ή στο open plan;
Ρ. Θέτεις δύο πολύ ενδιαφέροντα ερωτήματα. Το έργο της Angemar ήταν για μένα ιδιαίτερα σημαντικό, γιατί μου έδωσε την ευκαιρία να πειραματιστώ με νέες φόρμες και να δουλέψω σε ένα έργο με μεγάλη σημασία, τόσο για την τοποθεσία και τον πελάτη όσο και για την περίοδο κατά την οποία υλοποιήθηκε — ήτοι, κατά τη διάρκεια της κρίσης. Πέρα από τις χωρικές, μορφικές και αρχιτεκτονικές αξίες, μου δόθηκε η δυνατότητα να ανανεώσω τις γνώσεις μου και την τεχνολογία της κατασκευής. Για παράδειγμα, χρησιμοποιήσαμε μάρμαρο με κοπή CNC, κάτι που δεν είχε ξαναγίνει σε τέτοια κλίμακα, ούτε στην Ελλάδα ούτε, πιθανώς, διεθνώς, σε ολόκληρο κτίριο.
Το κτίριο τιμήθηκε με υποψηφιότητα για το βραβείο Mies van der Rohe, απέσπασε το βραβείο Iconic Design και ήταν ανάμεσα στα φιναλίστ στην κατηγορία κτιρίων γραφείων στο World Architecture Festival του 2019 στο Άμστερνταμ. Αυτές οι διακρίσεις αποτυπώνονται και στο βιβλίο που κυκλοφόρησε πρόσφατα με τίτλο Sea Voyage, αφιερωμένο στο έργο. Επιπλέον, το κτίριο έλαβε πιστοποίηση Platinum LEED, κάτι πολύ σπάνιο στην Ελλάδα, όπου τότε ήμασταν μόλις το τρίτο έργο μετά την Όπερα του Ιδρύματος Νιάρχου και ένα ακόμη κτίριο. Ήταν μια εξαιρετικά σημαντική εμπειρία.
Όσον αφορά τη διαμόρφωση των χώρων γραφείων μετά την πανδημία, δεν πιστεύω πως θα επιστρέψουμε σε κλειστούς «κουτιά». Παρατηρώ ότι θα συμβούν σημαντικές αλλαγές, κυρίως σε σχέση με το τοπίο και τη διαρρύθμιση των γραφείων. Φαντάζομαι ότι θα διατηρούνται οι αποστάσεις και θα χρησιμοποιούνται ελαφριά διαχωριστικά για την αποφυγή άμεσης επαφής.
Τα γραφεία πάντα ήταν σχεδιασμένα για την αλληλεπίδραση, που αποτελεί βασικό στοιχείο της δημιουργικότητας. Ωστόσο, σήμερα οι χώροι δεν θα πρέπει να είναι κλειστοί και απομονωμένοι. Ξεκινώ να πιστεύω ότι θα δοθεί μεγάλη σημασία σε υπαίθριους ή ημιυπαίθριους χώρους, όπως φυτεμένα δώματα, μπαλκόνια και εξώστες — στοιχεία που ήδη είχαμε ενσωματώσει στο Angemar και που θα γίνουν ακόμη πιο αναγκαία.
Η ιδέα είναι ότι, εξασφαλίζοντας τις αποστάσεις μέσα στο κτίριο, η ανάγκη για τυχαίες, ανεπιτήρητες συναντήσεις, αυτές τις «informal encounters», θα μεταφερθεί σε εξωτερικούς χώρους. Το ελληνικό κλίμα βοηθάει πολύ σε αυτό και πιστεύω πως στο μέλλον τα κτίρια γραφείων θα ενσωματώνουν όλο και περισσότερους τέτοιους χώρους, εμπλουτίζοντας έτσι την εργασιακή εμπειρία.
Β. Πολύ ενδιαφέρουσα προσέγγιση. Κατά τη διάρκεια της κατασκευής του Angemar ξεκίνησες, όπως θυμάμαι, να κρατάς ημερολόγια έργου. Μπορείς να μας πεις περισσότερα γι’ αυτό;
Ρ. Ναι, ήταν κάτι που ξεκίνησε εντελώς αυθόρμητα. Οι αρχιτέκτονες όταν πηγαίνουμε στο εργοτάξιο, συνηθίζουμε να φωτογραφίζουμε: λάθη, ωραίες στιγμές, δυσκολίες — γενικά ό,τι μας τραβάει την προσοχή. Ξαφνικά, άρχισα να ανεβάζω μία φωτογραφία κάθε Τετάρτη στο Facebook, τη μέρα που γινόταν η εργοταξιακή συνάντηση. Ήταν ένας τρόπος να καταγράφω την εξέλιξη και να συνομιλώ με άλλους αρχιτέκτονες.
Σταδιακά αυτό που ξεκίνησε ως μια απλή καταγραφή των σωστών και λανθασμένων πραγμάτων στο εργοτάξιο, άρχισε να αποκτά αυτόνομη οντότητα. Έγινε μια προσωπική ματιά, η δική μου, πάνω στο έργο από τη στιγμή που γεννιόταν. Η κατασκευή έχει κάτι το εφήμερο και το μεταβατικό — αυτό που βλέπεις σήμερα μπορεί να μην υπάρχει αύριο. Υπάρχουν στιγμές μοναδικές, φευγαλέες εικόνες που συνδέονται με αυτό που είχες ονειρευτεί και σχεδιάσει. Αυτές τις εικόνες άρχισα να τις καταγράφω συστηματικά μέσα σε αυτά τα ημερολόγια.
Τα «Side Eyes», όπως ονόμασα αυτή την προσπάθεια, ήταν η οπτικοποίηση αυτών των φευγαλέων στιγμών της κατασκευής. Στο βιβλίο που εκδόθηκε πρόσφατα, έχω συμπεριλάβει μια ενότητα με τίτλο Diaries: The Making of the Building, όπου καταγράφω τις σκέψεις, τις επιθυμίες και όλα όσα οδήγησαν στην υλοποίηση του έργου, παράλληλα με τις φωτογραφίες. Είναι μια σημαντική καταγραφή της διαδικασίας παραγωγής ενός έργου.
Στόχος μου είναι να αναπτύξω αυτό το υλικό σε ένα αυτόνομο βιβλίο, που να αφορά αποκλειστικά τη διαδικασία κατασκευής. Νομίζω ότι έχει μεγάλο ενδιαφέρον για τους νέους αρχιτέκτονες να δουν «πίσω από τις κάμερες» πώς δουλεύουμε, ποια είναι η διαδικασία. Ίσως ακόμη και να διοργανώσω έκθεση με όλα τα σκίτσα και τις μακέτες που δημιουργήθηκαν στην πορεία.
Βέβαια, ο κορονοϊός έβαλε σε παύση αυτές τις σκέψεις, αλλά είναι στα μελλοντικά μου σχέδια.
Β. Πολύ ωραία ιδέα. Επειδή είσαι και ακαδημαϊκός, πες μας πόσο προετοιμάζει το πανεπιστήμιο τους φοιτητές για τον πραγματικό κόσμο της αρχιτεκτονικής;
Ρ. Καταρχάς, στα σύγχρονα πανεπιστήμια δεν υπάρχει αρκετός χρόνος. Η αρχιτεκτονική σήμερα έχει διευρυνθεί πολύ και δεν είναι όπως πριν 30 χρόνια. Στα πέντε-έξι χρόνια των σπουδών, το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να κινήσουμε το ενδιαφέρον των φοιτητών, να τους δώσουμε τα βασικά ερεθίσματα και να τους οδηγήσουμε από το ένα στούντιο στο άλλο, ώστε να εκφράζονται μέσα από απλά ή πιο σύνθετα project.
Δυστυχώς, δεν καταφέρνουμε να τους δώσουμε ουσιαστική επαφή με την πράξη της κατασκευής, αν και πιστεύω ότι το θέλουν και οι ίδιοι. Για παράδειγμα, όταν χτιζόταν το Angemar, οργάνωσα κάποιες επισκέψεις στο εργοτάξιο με φοιτητές, για να δουν από κοντά την κατασκευή, κάτι που δεν έχουν την ευκαιρία να δουν συχνά.
Θα ήθελα πολύ να δημιουργήσω ένα συμπληρωματικό μάθημα, που θα ονομάζω «Case Studies», όπου θα συνδέω τη σύνθεση και το θεωρητικό κομμάτι με την πράξη της κατασκευής. Νομίζω πως αυτό το «γέφυρο» μεταξύ θεωρίας και πράξης λείπει σημαντικά από τα πανεπιστήμια μας, και θα ήταν πολύτιμο για την εκπαίδευση των νέων αρχιτεκτόνων.
Β. Ως άνθρωπος της δουλειάς, τι μήνυμα θα ήθελες να περάσεις στους νέους αρχιτέκτονες;
Ρ. Κοίτα, είμαι ένα υβρίδιο. Είμαι ακαδημαϊκός — διδάσκω θεωρία και σύνθεση — αλλά είμαι και αρχιτέκτων της πράξης. Είμαι ερωτευμένη με την πράξη. Προσπαθώ να συνδυάσω αυτά τα δύο στοιχεία. Τις τελευταίες χρονιές διδάσκω σύνθετα κτίρια, κτίρια γραφείων και συμμετέχω σε διεθνείς διαγωνισμούς. Συνήθως παίρνουμε μεγάλα projects, για παράδειγμα κτιριακά συγκροτήματα 30.000 τετραγωνικών μέτρων, που για ένα πανεπιστημιακό project είναι πολύ εντυπωσιακό στην αρχή για τους φοιτητές.
Σταδιακά, ο στόχος είναι να τους εξοικειώσουμε με την κλίμακα και να τους μάθουμε τα μυστικά της σύνθεσης. Θέλουμε να τους αφήσουμε να απελευθερωθούν συνθετικά, να αναπτύξουν την αισθητική τους — μέσα από το χρώμα, τις φόρμες και όλα εκείνα τα στοιχεία που τους βοηθούν να πατήσουν στην πραγματικότητα. Μιλάμε για σύνθεση, δουλεύουμε πολύ με μακέτες, και ταυτόχρονα συζητάμε για θέματα όπως η πυροπροστασία, η σχέση ποσοτικού και ποιοτικού, τεχνικά ζητήματα που για μένα είναι πολύτιμα. Αν επικεντρωθούμε μόνο στη σύνθεση, ειδικά στα τελευταία έτη σπουδών, η απόσταση ανάμεσα σε αυτό που διδάσκεται στο πανεπιστήμιο και σε αυτό που απαιτεί η πράξη είναι τεράστια.
Απαιτεί χρόνο και προσπάθεια να τα καταφέρουν. Προσπαθώ λοιπόν, στο μέτρο των δυνατοτήτων του πανεπιστημίου, να τους φέρω πιο κοντά στην πραγματικότητα.
Β. Υπάρχει ιδανικό μείγμα σπουδών; Αν ναι, ποιο είναι αυτό;
Ρ. Ιδανικό μείγμα σπουδών… δεν ξέρω αν υπάρχει κάτι απόλυτο. Πιστεύω ότι η εκπαίδευση περιλαμβάνει πάρα πολλά διαφορετικά στοιχεία. Αν ένας φοιτητής μπορεί να σπουδάσει στην Ελλάδα, είναι καλό να ξεκινήσει εδώ. Μετά, αν έχει τη δυνατότητα, θα ήταν ωραίο να κάνει μεταπτυχιακά στο εξωτερικό. Αν δεν μπορεί, μπορεί να συνεχίσει με μεταπτυχιακά στην Ελλάδα.
Αν όμως αποφασίσει να πάει απευθείας στο εξωτερικό — κάτι που κοστίζει αρκετά — θεωρώ σημαντικό να επιλέξει πολύ καλές σπουδές. Αν μετά έχει στόχο να επιστρέψει στην Ελλάδα, χρειάζεται μια προσαρμογή για να ενταχθεί ομαλά στον ελληνικό επαγγελματικό χώρο.
Είναι γενική ερώτηση, αλλά προσωπικά πιστεύω πως το ιδανικό είναι να ξεκινήσει κανείς εδώ και να ανοίξει μετά τα φτερά του προς τα έξω.
Β. Τι παρατηρείς στους φοιτητές σου; Πώς αισθάνονται και σκέφτονται οι νέοι που σύντομα θα γίνουν αρχιτέκτονες;
Ρ. Υπάρχει μεγάλη διαφορά σε σχέση με πριν από δέκα χρόνια. Τότε τα παιδιά ήταν πιο χαλαρά. Τώρα με εκπλήσσει η έντονη αίσθηση του χρόνου που έχουν μέσα τους. Θέλουν να τελειώσουν γρήγορα, οργανώνουν τα ταξίδια τους, τα προγράμματα Erasmus, τις πρακτικές τους στην Ελλάδα ή το εξωτερικό. Είναι σαφώς πιο προσανατολισμένοι στο τι θα κάνουν μετά το τέλος των σπουδών τους.
Αυτή η τάση δείχνει ότι έχει φύγει η χαλαρότητα που υπήρχε κάποτε στους φοιτητές. Φυσικά, δεν είναι όλοι ίδιοι. Πάντα υπάρχουν αυτοί που ξεχωρίζουν — τα αστέρια. Για μένα είναι καθήκον μας να στηρίζουμε και τον μέσο όρο. Μου είναι πολύ σημαντικό να παρακολουθώ πώς εξελίσσονται, να βλέπω τα βήματά τους και την πρόοδό τους. Πολλές φορές τους λέω πως αισθάνομαι σαν coach — θέλω να ξέρω πώς τους παίρνω και πού βρίσκονται στο τέλος της πορείας τους.
Β. Συμφωνώ. Είναι μεγάλη χαρά να βλέπεις την εξέλιξη των παιδιών.
Ρ. Είναι πραγματικά πολύ σημαντικό και πολύ όμορφο.
Β. Ποιο ήταν το επαγγελματικό βήμα που σε καθόρισε και αποτέλεσε εφαλτήριο για όσα έχεις καταφέρει μέχρι σήμερα;
Ρ. Είναι δύσκολη ερώτηση. Ο δρόμος της αρχιτεκτονικής πράξης, ειδικά όταν μιλάμε για μεγάλα και σύνθετα κτίρια, είναι ανηφορικός και πολύ δύσκολος. Παρ’ όλα αυτά, νιώθω ευγνώμων γιατί μέσα σε δύσκολες στιγμές άνοιξαν πόρτες που δεν περίμενα.
Θα έλεγα ότι το πιο σημαντικό βήμα ήταν όταν κερδίσαμε τον διαγωνισμό για το Μέγαρο Καρατζά. Δεν φανταζόμασταν ότι θα κερδίζαμε. Όταν το πετύχαμε, ξαφνικά βρεθήκαμε σε ένα άλλο επίπεδο απαιτήσεων.
Ήμασταν περίπου 40 χρονών, συνεργαζόμασταν με τον Μάριο, αλλά ήμασταν ακόμα νέοι. Μας δόθηκε η ευκαιρία να σχεδιάσουμε στην καρδιά του ιστορικού κέντρου ένα κτίριο για τη μεγαλύτερη τράπεζα της Ελλάδας, με πάρα πολλές δύσκολες παραμέτρους — την οδό Λαχανική από κάτω, το Μέγαρο απέναντι. Σε εκείνο το έργο ήμασταν τρεις νέες γυναίκες, η Μαίρη Μόρφου και η Μαίρη που είχα συνεργαστεί, μαζί με εμένα. Ως σύμβουλος ήταν ο Μάριος.
Βρεθήκαμε λοιπόν να σχεδιάζουμε στο κέντρο της Αθήνας. Ήταν δελεαστικό, προκλητικό, δύσκολο και απαιτητικό. Θυμάμαι τον πρώτο χρόνο να περνάω δύο ολόκληρους μήνες διαβάζοντας οικοδομική. Κάναμε τεράστια προσπάθεια να αναβαθμίσουμε την ποιότητα της δουλειάς μας, να εμπλουτίσουμε τις γνώσεις μας για τα υλικά, την τεχνολογία και τη διαχείριση έργου.
Θυμάμαι ότι ήμουν η μόνη γυναίκα σε ένα μεγάλο τραπέζι, γύρω μου 10-15 σύμβουλοι και μελετητές, όλοι άντρες. Ήταν ένα βάρος και ταυτόχρονα μια πρόκληση. Εκείνα τα δύο χρόνια ήταν από τα πιο σημαντικά, προκλητικά και όμορφα της ζωής μου.
ChatGPT said:
Β. Επειδή ανέφερες ότι ήσασταν οι μοναδικές γυναίκες, θα ήθελα να σε ρωτήσω: Είσαι ικανοποιημένη από τον ρόλο που έχουν σήμερα οι γυναίκες στην αρχιτεκτονική; Προβάλλονται όσο θα έπρεπε;
Ρ. Όχι, καθόλου. Είναι αυτονόητο πως δεν είμαι ικανοποιημένη. Το ζήτημα είναι πολύ μεγάλο και δεν αρέσει σε πολλές γυναίκες αρχιτέκτονες να τονίζουν την ιδιότητα «γυναίκα αρχιτέκτονας». Παρόλα αυτά, πιστεύω ότι αν δεν υπάρξουν συνειδητές προσπάθειες — όπως περισσότερες βραβεύσεις, δυνατότητες προβολής ή ακόμα και ποσοστώσεις — δεν θα καταφέρουμε να σταθούμε ισότιμα. Η γυναίκα αρχιτέκτων αναγκάζεται να δουλεύει πολύ περισσότερο από έναν άνδρα για να αποδείξει την αξία της, γιατί, είτε το θέλουμε είτε όχι, ο χώρος της αρχιτεκτονικής είναι ακόμα έντονα ανδροκρατούμενος.
Β. Όμως υπάρχουν πολλές γυναίκες φοιτήτριες αρχιτεκτονικής. Άρα θεωρείς πως δεν υπάρχουν ίσες ευκαιρίες στην επαγγελματική ζωή;
Ρ. Η αρχιτεκτονική είναι ένα σκληρό επάγγελμα. Στις σχολές έχουμε πάρα πολλές γυναίκες, αλλά πολύ λίγες από αυτές ακολουθούν ελεύθερο επάγγελμα. Για μένα είναι πολύ σημαντικό να ενισχύσουμε την αυτοπεποίθηση αυτών των κοριτσιών, που είναι ικανές, έχουν όραμα, φιλοδοξίες και θέλουν να δουλέψουν σκληρά. Γιατί, κακά τα ψέματα, η αρχιτεκτονική είναι κατά 10% χαρά και 90% κουπί — και πολύ σκληρό κουπί. Πρέπει να δώσουμε στα κορίτσια που θέλουν να παλέψουν τη δυνατότητα να το κάνουν. Ενθαρρύνω όλα τα παιδιά — κορίτσια και αγόρια — που βλέπω να έχουν μεράκι και πάθος για αυτό το επάγγελμα. Χαίρομαι όταν βλέπω όλο και περισσότερες γυναίκες να εισέρχονται στην αγορά, ιδιαίτερα σε απαιτητικούς και σκληρούς χώρους. Όπως συμβαίνει και σε άλλους τομείς, υπάρχει η «γυάλινη οροφή», αλλά σταδιακά βλέπουμε να αναγνωρίζονται όλο και περισσότερο οι γυναίκες.
Β. Πράγματι, είστε πολύ χαρισματικά και πολυδιάστατα όντα — ίσως και πιο ικανές από τους άντρες.
Ρ. Ναι, είμαστε πολύ ανθεκτικά και πολυσύνθετα πλάσματα. Το μυαλό μας δουλεύει ταυτόχρονα με το λογικό και με βαθιά διαισθητική γνώση. Είμαστε σύνθετα όντα.
Β. Εμείς ξεκινάμε ένα αφιέρωμα στις γυναίκες αρχιτέκτονες στο Archisearch, στο έντυπο και στο ηλεκτρονικό μέσο, για να αναδείξουμε τον ρόλο τους και να δημιουργήσουμε ευκαιρίες.
Ρ. Μπράβο, με ενδιαφέρει πολύ!
Β. Θα σε κρατήσω ενήμερη. Επιστρέφοντας στην κουβέντα μας, θέλω να σου φέρω και κάποια ερωτήματα από νέους αρχιτέκτονες που μας έστειλαν τα portfolios τους και έχουν μεγάλο ενδιαφέρον. Πώς διατηρείς την έννοια της δημιουργικότητας, του ρομαντισμού στην αρχιτεκτονική, σε επαγγελματικό επίπεδο;
Ρ. Η δημιουργία δεν είναι ρομαντική έννοια. Είναι απολύτως απαραίτητη. Ζούμε και τρεφόμαστε από αυτήν. Αν θέλεις μπορώ να μιλήσω πιο ψυχαναλυτικά: πιστεύω πως για να διατηρήσουμε τη δημιουργικότητα πρέπει να έχουμε τη δυνατότητα να «βουτάμε» μέσα στον εσωτερικό μας κόσμο — να κάνουμε μια βουτιά μέσα μας ώστε να αναδυθούμε προς τα έξω. Στα τόσα χρόνια δουλειάς, παρατηρώ ότι όλο και περισσότερο αυτή η εσωτερική κατάβαση και μετά η ανάδυση γίνεται το πιο σημαντικό κομμάτι. Πολύ συχνά το concept ενός έργου «μορφοποιείται» κάπου γύρω στις 4 με 5 τα χαράματα, όταν έχω μαζέψει όλα όσα νιώθω — τις αμφιβολίες, τα όνειρα — και τότε ξυπνάω με μια βαθιά αυτοπεποίθηση. Είναι μια πολύ ιδιαίτερη, σχεδόν μυστηριακή διαδικασία.
Β. Ως νέος αρχιτέκτονας, πώς μπορεί να γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα στην πανεπιστημιακή ουτοπία και την πραγματικότητα της αγοράς, ώστε να ασκήσει την αρχιτεκτονική πράξη χωρίς εκπτώσεις;
Ρ. Απλά, ξεκίνα να κάνεις πρακτική. Όπως κι εμείς ξεκινήσαμε. Πρέπει να μάθεις νομοθεσία, οικοδομική, να κάνεις τα πάντα — ακόμη και να ξύνεις μολύβια, όπως λέμε. Πρέπει να μάθεις προγράμματα, που είναι πλέον πολύ σημαντικά. Η δική μου γενιά έμεινε πίσω σε αυτό, γιατί αυτά ήρθαν μετά, όμως κι εγώ αισθάνομαι την ανάγκη να εμβαθύνω περισσότερο στα ψηφιακά εργαλεία. Η αρχιτεκτονική είναι πολύ δυνατή και δεν υπάρχει ένας μόνο δρόμος. Το πιο σημαντικό είναι να κρατήσεις το πάθος σου, τη χαρά και τη λαχτάρα. Να τα προστατεύεις όσο πιο πολύ μπορείς και παράλληλα να μαθαίνεις. Σταδιακά όλα αυτά γίνονται ένα μείγμα που σε διαποτίζει και σε φτιάχνει σαν αρχιτέκτονα.
Β. Κρατάω τις λέξεις σου: πάθος και μάθηση. Πρέπει να είμαστε συνεχώς μαθητές και να κυνηγάμε τη γνώση. Ας περάσουμε στην επόμενη ερώτηση από τα παιδιά: Κάθε αρχιτέκτονας έχει διαμορφώσει ένα θεωρητικό υπόβαθρο από τις προσωπικές ανησυχίες, τις σπουδές, τα αρχιτεκτονικά δρώμενα, τα κείμενα. Αυτές οι προσλαμβάνουσες αποτυπώνονται τελικά στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό;
Ρ. Όχι με ευκολία. Η απόσταση ανάμεσα σε όσα έχεις μέσα σου και σε όσα αποτυπώνονται στο έργο είναι μεγάλη και ιδιαίτερη. Η αρχιτεκτονική δεν είναι εύκολη. Όσο είσαι νέος, ο δρόμος μπορεί να φαίνεται πιο απλός, αλλά με την εμπειρία καταλαβαίνεις καλύτερα τη συνθετότητα. Το ότι δεν υπάρχει ευκολία δεν σημαίνει πως υπάρχει άλλος δρόμος. Αυτόν τον δρόμο παίρνουμε όλοι — νέοι και μεγαλύτεροι — και σε αυτόν παλεύουμε και προχωράμε.
Β. Εκτός από όσα κάνουν τα παιδιά στη σχολή, τι άλλο θεωρείς σημαντικό για να μπορέσει κάποιος να ξεκινήσει δουλειά σε αρχιτεκτονικό γραφείο;
Ρ. Νομίζω πως χρειάζονται προγράμματα, διάθεση και κέφι. Αυτό που έλεγαν παλιά, «ακόμη και μολύβια να ξύνω», είναι πολύ σημαντικό για να αναπνεύσεις την ατμόσφαιρα του γραφείου. Χρειάζεται ανοιχτό μυαλό, όρεξη να μάθεις, και κέφι να κατανοήσεις τη «basic knowledge», που είναι η κρυφή γνώση της αρχιτεκτονικής στην πράξη. Είναι μια γνώση ευρεία, πολύπλοκη και πολλές φορές αντιφατική — κάποιες πτυχές είναι ενδιαφέρουσες και κάποιες εφιαλτικές, αλλά όλες απαραίτητες. Πρέπει να φτιάξεις όσο πιο στέρεη γίνεται τη βάση σου, για να πατήσεις πάνω της.
Β. Πολύ ωραία. Φτάνουμε στην τελευταία ερώτηση. Πολλά παιδιά προβληματίζονται για το επόμενο βήμα μετά το πανεπιστήμιο: αν θα κάνουν μεταπτυχιακό ή πρακτική, αν θα δουλέψουν πρώτα και μετά θα φύγουν για μεταπτυχιακό. Τι τους συμβουλεύεις;
Ρ. Η πρακτική είναι πολύ σημαντική. Πριν την κρίση, πολλοί έφευγαν σωρηδόν για μεταπτυχιακά, γιατί τότε άνοιγαν πόρτες. Τώρα τα πράγματα έχουν αλλάξει. Τα παιδιά, είτε στην Ελλάδα είτε στο εξωτερικό, επιλέγουν πια περισσότερο την πρακτική. Αυτό είναι μια έντονη διαφοροποίηση που τη βρίσκω πολύ ενδιαφέρουσα. Οι συστατικές που γράφω τελευταία είναι λιγότερες για μεταπτυχιακά και περισσότερες για πρακτική. Αυτό δείχνει την ανάγκη να έρθουμε σε επαφή με την πραγματικότητα. Φυσικά, υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο αν θέλεις να ακολουθήσεις πανεπιστημιακή καριέρα ή να δουλέψεις στην πράξη. Στην πανεπιστημιακή καριέρα ο δρόμος είναι πιο ξεκάθαρος, και θεωρώ πολύ σημαντικό να έχεις την εμπειρία του εξωτερικού. Είναι απαραίτητο να παλέψεις να σπουδάσεις σε καλές σχολές του εξωτερικού, γιατί ένα διδακτορικό, πριν από οτιδήποτε άλλο, είναι η αφομοίωση ενός τρόπου σκέψης. Αυτό πρέπει να το κάνεις στην καλύτερη δυνατή σχολή. Αν επιλέξεις να δουλέψεις στην πράξη, οι δρόμοι είναι πολλοί. Αν σου δοθεί η ευκαιρία να συμμετέχεις σε μικρά ή μεγαλύτερα projects, κάν’ το με όλη σου την καρδιά. Πάρε όσο περισσότερη γνώση μπορείς και δούλεψε σκληρά για να χτίσεις το portfolio σου, τις ιδέες και τις εμπειρίες που θα σε κάνουν αρχιτέκτονα.
Β. Ρένα, σε ευχαριστούμε πάρα πολύ που ήσουν μαζί μας και μοιράστηκες τις εμπειρίες σου.
Ρ. Και εγώ ευχαριστώ, Βασίλη. Ήταν πολύ ενδιαφέρον, με έβαλες να σκεφτώ και να θυμηθώ πράγματα. Πρέπει να ομολογήσω ότι πέρασα πάρα πολύ όμορφα.
Β. Και εγώ. Να είσαι καλά και καλή συνέχεια, Ρένα.