P

L

R

Dragonas Studio

Dragonas Panos

Β. Εικοστό τέταρτο επεισόδιο της καθημερινής σειράς podcast Archisearch Talks, με θεματική Advice to Young Architects. Με τον αποψινό καλεσμένο μας γνωριστήκαμε το 2005, αν όχι λίγο νωρίτερα, με αφορμή το διαγωνισμό “Invisible Hotel”, που είχαμε διοργανώσει με επιμελητή τον αρχιτέκτονα Μέμο Φιλιππίδη. Ο Πάνος είναι αρχιτέκτονας, επιμελητής και καθηγητής αρχιτεκτονικού και αστικού σχεδιασμού στο Πανεπιστήμιο Πατρών. Το 2001 δημιούργησε μαζί με τη Βαρβάρα Χριστοπούλου το γραφείο Dragonas – Christopoulou Architects, DELTARCHI. Από το 2001 ως το 2013, ήταν σύμβουλος έκδοσης των θρυλικών ετήσιων επιθεωρήσεων αρχιτεκτονικής, “Αρχιτεκτονικά Θέματα και Θέματα Χώρου και Τεχνών”. Έχει επιμεληθεί ατομικά ή σε συνεργασία, σημαντικές εκθέσεις αρχιτεκτονικής, εικαστικών και design, από τις οποίες ξεχωρίζουν το Made in Athens, που εκπροσώπησε την Ελλάδα στη 13η Biennale αρχιτεκτονικής της Βενετίας το 2012, και η έκθεση “Tomorrows: Urban Fictions for Possible Futures” που παρουσιάστηκε αρχικά στη Διπλάρειο Σχολή το 2017 και στη Νάντη το 2019. Η συζήτηση αυτή γίνεται με αφορμή τα Archisearch Portfolio Reviews, στα οποία ο Πάνος συμμετέχει ως reviewer και μέντορας και θα βοηθήσει με την εμπειρία του νέους επαγγελματίες αρχιτέκτονες και designers, οι οποίοι αναζητούν κάποια κατεύθυνση για την επαγγελματική τους πορεία ή και τα μεταπτυχιακά τους. Κυρίες και κύριοι κοντά μας είναι ο Πάνος Δραγώνας. Πάνο καλησπέρα.

 

Π. Καλησπέρα Βασίλη, σε ευχαριστώ πολύ για την πρόσκληση και συγχαρητήρια για την πρωτοβουλία αυτή που αφορά τους νέους αρχιτέκτονες. Πραγματικά οι συζητήσεις μαζί τους έχουν πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον από ό,τι περίμενα. Σκέφτομαι τώρα που το αναφέρεις, ότι είχαμε γνωριστεί μέσα από το «Invisible Hotel». Δεν ξέρω αν το έχεις συνειδητοποιήσει, αλλά αν θυμάμαι καλά, ήταν τον Μάιο του 2005 — δηλαδή πριν από δεκαπέντε χρόνια.

Β. Απίστευτο.

Π. Δεν θα πω το κλισέ «πώς πέρασαν τόσο γρήγορα τα χρόνια», γιατί κάπου νιώθω πως είναι σαν να έχουν περάσει εκατόν πενήντα. Είναι απίστευτο το τι έχει συμβεί από τότε μέχρι σήμερα.

Β. Έχουμε ζήσει πολλά. Πάντως, νομίζω ότι δεν έχεις αλλάξει καθόλου από τότε.

Π. Ούτε εσύ, σε ευχαριστώ πολύ.

Β. Λοιπόν, ας ξεκινήσουμε. Πιστεύεις ότι τα μεταπτυχιακά προγράμματα στην Ελλάδα μπορούν να αποκτήσουν εξωστρέφεια και αναγνώριση στο εξωτερικό;

Π. Καταρχάς, νομίζω ότι πρέπει οπωσδήποτε να την αποκτήσουν. Δεν είμαι απολύτως βέβαιος αν μπορούν, αλλά είμαι σίγουρος ότι πρέπει. Έχουμε ένα δυναμικό διδακτικού προσωπικού εξαιρετικό, και η χώρα μας βρίσκεται σε μια κομβική γεωγραφική θέση, όπου πολλοί άνθρωποι θέλουν να επισκεφτούν ή να ζήσουν για κάποιο διάστημα. Είναι πολύ σημαντικό να έχουμε εξωστρέφεια στα μεταπτυχιακά προγράμματα. Ο κύριος λόγος που δεν έχουμε φτάσει εκεί που θα έπρεπε έχει να κάνει με γραφειοκρατικές αγκυλώσεις και νομοθετικές δυσκολίες, που πρέπει σιγά-σιγά να αφήσουμε πίσω. Πιστεύω ότι αυτό θα γίνει, και ιδιαίτερα στο δικό μας πρόγραμμα, όπου συνεργαζόμαστε στενά με τον Γιάννη Αίσωπο από το Mediterranean Futures στην Πάτρα. Στόχος μας είναι να δημιουργήσουμε ένα πρόγραμμα με προδιαγραφές αντίστοιχες με αντίστοιχα προγράμματα στην Αμερική ή την Ευρώπη, που να προσφέρει στους φοιτητές δυνατότητες πολύ κοντά στον τόπο τους — χωρίς να χρειάζεται να μετακομίσουν σε μια μακρινή πόλη.

Β. Θα ήθελα να σε ρωτήσω κάτι ακόμα: θα άλλαζες τον τρόπο που γίνεται η αρχιτεκτονική εκπαίδευση στην Ελλάδα; Όπως είπες, η δουλειά στην Πάτρα είναι εξαιρετική. Τι πιστεύεις ότι μπορεί να βελτιωθεί;

Π. Το βασικό πρόβλημα του ελληνικού πανεπιστημίου, το οποίο δεν αφορά μόνο την Πάτρα ή τις αρχιτεκτονικές σχολές, είναι ο πολύ μεγάλος αριθμός φοιτητών που πρέπει να διαχειριστούμε, χωρίς αντίστοιχους πόρους και δυνατότητες. Αυτό το ζήτημα πρέπει να αντιμετωπιστεί σοβαρά από την πολιτεία. Διαχειριζόμαστε πολύ περισσότερους νέους από όσους μπορεί να υποστηρίξει κάθε τμήμα. Αν υπήρχε καλύτερος εξορθολογισμός ανάμεσα στις δυνατότητες και στις παρεχόμενες υπηρεσίες — δηλαδή τι μπορούμε πραγματικά να προσφέρουμε στους φοιτητές κατά άτομο — τότε νομίζω ότι θα φτάναμε σε πολύ υψηλό επίπεδο. Αυτό ισχύει για όλη την πανεπιστημιακή εκπαίδευση στην Ελλάδα. Υπάρχουν πολλά θετικά, αλλά και συγκεκριμένα προβλήματα όπως αυτό που ανέφερα.

Β. Με δεδομένο ότι έχουν ξεκινήσει κάποιες δυναμικές μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση, βλέπεις να υπάρχει πιθανότητα να ανοίξει ξανά αυτή η ατζέντα και να προχωρήσουν γρηγορότερα οι αλλαγές; Ή το θεωρείς δύσκολο;

Π. Δεν είναι εύκολο, γιατί υπάρχουν πολύ δύσκολες αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν, όπως για παράδειγμα ο συνολικός αριθμός φοιτητών που μπορούν να δεχτούν τα ελληνικά πανεπιστήμια. Ο αριθμός των φοιτητών που εισάγονται στις αρχιτεκτονικές σχολές σήμερα είναι εξαιρετικά υψηλός και δημιουργεί προβλήματα σε πολλά επίπεδα. Και στην αγορά εργασίας, που δεν μπορεί να απορροφήσει όλους αυτούς, αλλά και στην ψυχολογία των φοιτητών, που ξεκινούν με μεγάλο ενδιαφέρον, αλλά συνειδητοποιούν ότι η επαγγελματική τους προοπτική θα είναι δύσκολη. Αυτό τους δημιουργεί αμφιβολίες και δεύτερες σκέψεις. Δεν είναι απλές αποφάσεις και αφορούν ολόκληρη την κοινωνία, όχι μόνο κάποιους πολιτικούς με καλές προθέσεις.

Β. Τελευταία έχει γίνει πολύς λόγος για το πρόγραμμα «Ο Μεγάλος Περίπατος της Αθήνας». Ποια είναι η γνώμη σου για αυτό και γενικότερα για τον δημόσιο χώρο;

Π. Κατ’ αρχάς, πιστεύω ότι υπάρχουν πολλά θετικά σε αυτή την πρωτοβουλία. Εγώ θεωρώ ότι πρέπει να απομακρύνουμε τα αυτοκίνητα από τους κεντρικούς δρόμους των πόλεων και να δώσουμε περισσότερο χώρο στους πεζούς και στους ποδηλάτες. Θετικό είναι επίσης ότι αυτό επιχειρείται τώρα, μετά από μια περίοδο κατά την οποία λόγω περιορισμών η χρήση του αυτοκινήτου είχε μειωθεί. Υπάρχουν δύο βασικά θετικά στοιχεία λοιπόν. Όμως, όταν φτάνουμε στην ουσία της διαχείρισης και της επικοινωνίας του προγράμματος, διαπιστώνουμε την απόλυτη απουσία αρχιτεκτονικής παρουσίας. Δεν υπάρχουν αρχιτέκτονες ή πολεοδόμοι που να εμπλέκονται με γνώση και άποψη. Όταν βλέπουμε τις εικόνες που κυκλοφόρησαν για την προβολή της πρωτοβουλίας — πορτοκαλί κώνοι και άλλες απλοϊκές παρεμβάσεις — αυτό μου προκαλεί μεγάλη ανησυχία. Θα μου πεις, «το πρόβλημά σου είναι η επικοινωνία;» Όχι ακριβώς. Αλλά όταν για την αναβάθμιση του δημόσιου χώρου παρουσιάζονται τέτοιες εικόνες, αναρωτιέμαι ποιος πήρε την απόφαση να τις κυκλοφορήσει και τι πραγματικά γνωρίζει για τον δημόσιο χώρο. Επομένως, παρότι είμαι θετικός σε βασικές αρχές της πρωτοβουλίας, είμαι πολύ ανήσυχος για την εξέλιξή της και για το ποιοι την υλοποιούν.

Ο δημόσιος χώρος στην Ελλάδα είναι μια ταλαιπωρημένη ιστορία, κάτι που σχεδόν έχει γίνει κλισέ. Περιμένουμε χρόνια για καλύτερες μέρες, ώστε να ζήσουμε σε πόλεις με πραγματικά λειτουργικούς και όμορφους δημόσιους χώρους, αλλά δυστυχώς αυτό δεν έχει γίνει. Η πιο πρόσφατη εμπειρία με την πλατεία Ομονοίας ήταν αρκετά αρνητική, τόσο ως προς τον τρόπο υλοποίησης, τη διαδικασία, όσο και το αποτέλεσμα, ενώ η αρχιτεκτονική ήταν παντελώς απούσα από το σχεδιασμό.

Β. Τι πιστεύεις ότι πρέπει να γνωρίζουν οι πολίτες για να διεκδικήσουν μια πόλη πραγματικά άξια να ζει κανείς;

Π. Η λέξη κλειδί είναι η «αστική κουλτούρα». Για να απολαύσουν και να βελτιώσουν την πόλη τους, οι πολίτες πρέπει να έχουν αστική κουλτούρα — να κατανοούν το πλαίσιο στο οποίο ζουν, να αγαπούν τον τόπο τους, να γνωρίζουν την ιστορία και τις αξίες του. Δεν πρέπει να είναι διαρκώς με το ένα πόδι στο πεντάλ του αυτοκινήτου, έτοιμοι να φύγουν στο χωριό ή σε κάποιο νησί, αλλά να αγαπούν τη ζωή στην πόλη. Στην Ελλάδα, και ειδικά στην Αθήνα, που είναι σχετικά νέα πόλη, αυτή η αστική κουλτούρα άργησε να αναπτυχθεί. Θα έλεγα ότι την αρχίσαμε να αποκτούμε μετά το 1990 και κυρίως στα χρόνια των Ολυμπιακών Αγώνων. Το πρόβλημα είναι ότι μετά από αυτή την ωρίμανση ήρθε η κρίση, η οποία έφερε στην επιφάνεια έντονα συναισθήματα θυμού και έντασης. Τώρα βρισκόμαστε σε μια φάση που πρέπει να ισορροπήσουμε ξανά, ώστε να αγαπήσουμε την πόλη και να την διαμορφώσουμε όπως πραγματικά της αξίζει.

Β. Υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος χαρακτήρας στην ελληνική αστική πόλη που θα μπορούσαμε να ενισχύσουμε ή να αναδείξουμε;

Π. Θα σου δώσω δύο διαφορετικές απαντήσεις. Αρχικά, ναι, υπάρχει χαρακτήρας που δεν σχετίζεται τόσο με την αρχιτεκτονική, όσο με την κουλτούρα της ζωής στον υπαίθριο χώρο. Είναι αυτό το όμορφο, σχεδόν ανατολίτικο «μπάχαλο», όπου όλα αναμειγνύονται στο δρόμο, η πόλη είναι ζωντανή, πολύβουη και απρόβλεπτη. Έχει να κάνει και με στοιχεία ανώνυμης αρχιτεκτονικής, όπως η γραφικότητα που πλέον αναγνωρίζεται στην τυπική αθηναϊκή πολυκατοικία. Υπάρχουν πολλά τέτοια στοιχεία, αλλά ταυτόχρονα πιστεύω ότι είναι επικίνδυνο να αρχίσουμε να τα θεσμοθετούμε ή να τα προστατεύουμε αυστηρά. Δεν θα έλεγα, για παράδειγμα, ότι πρέπει να προστατεύσουμε τα μπαλκόνια της αντιπαροχής με τον ίδιο τρόπο που προστατεύουμε τα νεοκλασικά κτίρια προηγούμενων αιώνων. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να κοιτάμε μπροστά, να εξετάζουμε τις νέες προκλήσεις και τις δυνατότητες του 21ου αιώνα. Η ελληνική πόλη έχει πολλά θετικά, είμαστε τυχεροί που τη ζήσαμε και μεγαλώσαμε μέσα της, αλλά οφείλουμε να κοιτάζουμε το μέλλον.

Β. Ποιο ήταν το επαγγελματικό βήμα που σε καθόρισε και αποτέλεσε εφαλτήριο για όσα έχεις καταφέρει μέχρι σήμερα;

Π. Στη δουλειά όλων υπάρχουν πολλά διαφορετικά σημεία σταθμοί. Καταρχάς, με τη Βαρβάρα, σε σχετικά μικρή ηλικία, κερδίσαμε κάποιους διαγωνισμούς που μας έδωσαν ώθηση και μεγάλη ψυχολογική ενίσχυση. Ταυτόχρονα, όμως, αυτό μπορεί να λειτούργησε και αρνητικά, γιατί μας απασχόλησε πολύ καιρό και μας απέτρεψε από το να ασχοληθούμε με άλλα ενδιαφέροντα πράγματα που υπήρχαν εκείνη την εποχή.

Ένα ακόμα σημαντικό ορόσημο ήταν η συμμετοχή μας στη Μπιενάλε της Βενετίας το 2012, όπου συνεργάστηκα με την Άννα Σκιαδά. Ήταν μια απίστευτη εμπειρία, σε ένα διεθνές και πολύ σημαντικό περιβάλλον. Μας έδωσε την ευκαιρία να έρθουμε σε επαφή με εξαιρετικούς ανθρώπους, πολλούς από τους οποίους συνεργαζόμαστε ακόμα. Μας επέτρεψε επίσης να δουλέψουμε σε πεδία στα οποία τότε δεν είχαμε μεγάλη εμπειρία.

Ένα άλλο βασικό ορόσημο ήταν μια πολυκατοικία που σχεδιάσαμε πριν από περίπου είκοσι χρόνια στο Παγκράτι. Ήταν ένα έργο που τότε ερχόταν αρκετά συχνά σε γραφεία σαν το δικό μας, αλλά για κάποιους λόγους πήγε πολύ καλά. Είχε υψηλές προδιαγραφές και κέρδισε μεγάλη αναγνώριση στο εξωτερικό, με δημοσιεύσεις σε διεθνή περιοδικά, μεταξύ αυτών και εξώφυλλο στο Blueprint την περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων. Απέκτησε μια απρόβλεπτη διεθνή δημοσιότητα, την οποία δεν φανταζόμασταν τότε.

Β. Πώς καταφέρνεις να διατηρείς τη δημιουργικότητα, τον ρομαντισμό και τον ενθουσιασμό που έχεις όταν βγαίνεις από τη σχολή, μπαίνοντας στον επαγγελματικό στίβο και αντιμετωπίζοντας την πραγματικότητα;

Π. Η ενασχόλησή μου με τους φοιτητές αρχιτεκτονικής και η συμμετοχή στη διδασκαλία, στην οποία αφιερώνω το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου μου εδώ και αρκετά χρόνια, μου εξασφαλίζει μια πιο ρομαντική σχέση με την αρχιτεκτονική και το δημιουργικό κομμάτι. Έρχομαι σε διαρκή επαφή με νέους ανθρώπους και μέρος της δουλειάς μου είναι να μελετώ νέες ιδέες. Από αυτή την πλευρά, θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό που έχω αυτή τη δυνατότητα.

Φυσικά, στην πράξη είναι πολύ δύσκολο εγχείρημα, και αναγνωρίζω πως για όσους δεν έχουν αυτή την απασχόληση – όπως εγώ – είναι ακόμα πιο δύσκολο να τροφοδοτούνται με ερεθίσματα και νέες ιδέες για να ενισχύσουν το έργο τους.

Παράλληλα, η ενασχόλησή μου με τον χώρο της επιμέλειας εκδόσεων — παλαιότερα με τον Ορέστη Δουμάνη — και των εκθέσεων τα τελευταία χρόνια, με έχει βοηθήσει σημαντικά να ανατροφοδοτώ το ερευνητικό ενδιαφέρον της δουλειάς μου. Μελετώ τόσο νέα πράγματα όσο και παλαιότερες υποθέσεις· πρόσφατα ασχοληθήκαμε εκτενώς με το έργο του Τάκη Ζενέτου. Είτε εμβαθύνεις σε ιστορικά παραδείγματα σημαντικών αρχιτεκτόνων είτε παρουσιάζεις το έργο νέων συναδέλφων, όπως έκανα παλαιότερα στη συνεργασία μου με τα «Αρχιτεκτονικά Θέματα», όλα αυτά βοηθούν το αρχιτεκτονικό έργο. Ανανεώνονται ιδέες, γεννιούνται νέες σκέψεις, προκαλούνται φρέσκα ερεθίσματα. Νιώθω τυχερός που έχω και συνεχίζω να καλλιεργώ αυτή τη δυνατότητα.

Β. Μίλησέ μας για τις ιδιαιτερότητες της επιμέλειας μιας έκθεσης.

Π. Η σχέση μου με την επιμέλεια είναι ιδιαίτερη. Δεν έχω ειδικές σπουδές στο αντικείμενο και δεν είμαι μουσειολόγος. Κάπως συγκυριακά προέκυψε αυτή η εμπειρία. Ξεκίνησα από την επιμέλεια εκδόσεων και την παρουσίαση του έργου νέων συναδέλφων στα «Αρχιτεκτονικά Θέματα», και στη συνέχεια εμφανίστηκαν ευκαιρίες για εκθέσεις στην Ελλάδα και μετά στη Βενετία, όπως ανέφερα προηγουμένως. Ήταν μια αφορμή να ασχοληθώ πιο σοβαρά με το θέμα.

Στις εκθέσεις που έχω δουλέψει πιο εντατικά και είμαι πιο περήφανος γι’ αυτές, πάντα επιδίωκα να έχω διπλό ρόλο: την επιμέλεια, σε συνεργασία με άλλους, αλλά και το σχεδιασμό. Πιστεύω ότι ο σχεδιασμός είναι αναπόσπαστο μέρος της επιμέλειας. Όταν μπορείς να συντονίσεις και τα δύο ταυτόχρονα, εξασφαλίζεις καλύτερο αποτέλεσμα.

Μια έκθεση αρχιτεκτονικής είναι από μόνη της ένα αρχιτεκτονικό πρότζεκτ. Έχει δομή, εννοιολογικές αναφορές, αισθητηριακά χαρακτηριστικά, ήχο και πλούσιο περιεχόμενο, το οποίο πρέπει να οργανωθεί ώστε να βγει μια ενδιαφέρουσα αφήγηση. Το πάντρεμα του σχεδιασμού με την επιμέλεια δίνει την ευκαιρία για μια αξιόλογη, διδακτική και ωφέλιμη εμπειρία για τον επισκέπτη.

Πιστεύω επίσης πολύ στον χώρο· αυτός είναι κεντρικός στις εκθέσεις αρχιτεκτονικής. Συχνά έχω πρόβλημα με τον τρόπο που γίνονται οι εκθέσεις στην Ελλάδα, γιατί στο εξωτερικό δεν είναι τόσο σύνηθες να παρουσιάζονται μόνο πινακίδες, δηλαδή να μοιάζουν με εκθέσεις φωτογραφίας. Αυτό που προσπαθούμε με τους συνεργάτες μου τα τελευταία χρόνια, είναι να καταστήσουμε την έκθεση μια ολοκληρωμένη εμπειρία, με χώρο και αφήγηση.

Πιστεύουμε επίσης ότι η έκθεση αρχιτεκτονικής κερδίζει πολύ όταν συμμετέχουν ταυτόχρονα εικαστικοί καλλιτέχνες και designers. Όταν υπάρχει ευρύτερο φάσμα δημιουργών στην αφήγηση και στην χωρική εμπειρία, το αποτέλεσμα γίνεται πιο πλούσιο και ζωντανό.

Β. Φαίνεται από τις δουλειές σου ότι έχεις αναπτύξει ένα ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο. Πώς διαμορφώθηκε αυτό; Ποιοι παράγοντες συνετέλεσαν;

Π. Νομίζω το αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο κάθε δημιουργού διαμορφώνεται αρκετά νωρίς. Εγώ, επειδή μεγάλωσα σε οικογένεια αρχιτεκτόνων και βρισκόμουν από πολύ μικρός μέσα σε περιβάλλον γεμάτο εικόνες από περίεργα, μπετονένια κτίρια, αλλά και σημαντικούς δημόσιους χώρους, αυτές οι πρώτες εμπειρίες σημάδεψαν την «αρχιτεκτονική ματιά» μου. Επιπλέον, μεγάλωσα μέσα σε αρχιτεκτονικό γραφείο.

Οι σπουδές συνέχισαν αυτό το πλάσιμο· όσο προχωράς, αρχίζουν να μπαίνουν αμφιβολίες, ερωτήματα, αναθεωρήσεις, μια διαρκής ανατροφοδότηση ιδεών. Το στοίχημα είναι να διατηρείς αυτή τη ζωντάνια, να βρίσκεις νέα ερεθίσματα, να θέτεις ερωτήματα και να μαθαίνεις συνεχώς καινούργια πράγματα.

Β. Θα περάσουμε τώρα σε ερωτήσεις νέων που συμμετείχαν στα Archisearch Portfolio Reviews. Πόσο σημαντική είναι η συμμετοχή σε διαγωνισμούς, δημοσιεύσεις, προγράμματα πρακτικών ή σπουδών; Πώς μπορεί κανείς να τα αξιοποιήσει;

Π. Όλα έχουν νόημα. Ιδιαίτερη αναφορά χρειάζονται οι διαγωνισμοί, που είναι μεγάλη ευκαιρία — όχι απαραίτητα για να πάρεις δουλειές, όπως συχνά πιστεύεται. Κατά τη γνώμη μου, οι διαγωνισμοί είναι το καλύτερο μέσο για να χτίσει κανείς τον προσωπικό του αρχιτεκτονικό λόγο, να δημιουργήσει portfolio, να διαμορφώσει ύφος και να δοκιμάσει τη σκέψη του.

Τα υπόλοιπα που ανέφερες είναι επίσης σημαντικά. Τα νέα παιδιά πρέπει να τα αξιολογούν, όμως να βρουν μια πυξίδα, να ξέρουν τι κάνουν και να μην χάνουν τον προσανατολισμό τους, να έχουν συνέπεια και να μην παρασύρονται από σκόρπιες ευκαιρίες ή ψευδαισθήσεις.

Β. Τι κάνει ένα βιογραφικό και ένα portfolio να ξεχωρίζουν;

Π. Το πρώτο είναι το ύφος. Πρέπει να υπάρχει προσωπικότητα· να καταλαβαίνεις στα πρώτα 15 δευτερόλεπτα ότι αυτό το άτομο ξέρει πού πατάει και έχει συγκεκριμένο τρόπο να μιλήσει για την αρχιτεκτονική. Αυτό φαίνεται από τον τρόπο παρουσίασης των project, από την αισθητική ματιά, τις εικόνες και τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται.

Μετά το ύφος, είναι σημαντικό να φαίνεται η διάθεση για μάθηση και η ικανότητα να μοιραστεί κανείς τις δυνατότητές του. Για νέους κάτω των 30 ετών, ένα άκαμπτο και απόλυτα ώριμο portfolio δεν είναι τόσο ελκυστικό, είτε για επαγγελματική είτε για ακαδημαϊκή χρήση. Η ανοιχτότητα σε νέες ιδέες και προκλήσεις παίζει μεγάλο ρόλο.

Β. Αρκεί το ταλέντο από μόνο του;

Π. Το ταλέντο είναι προϋπόθεση και είναι εξαιρετικά δύσκολο να υποκατασταθεί. Ωστόσο, δεν αρκεί από μόνο του. Χωρίς σκληρή δουλειά, σύστημα και στόχο, το ταλέντο δεν μπορεί να οδηγήσει κάποιον μακριά.

Β. Νομίζω ότι παίζουν ρόλο και τα «soft skills», δηλαδή ο χαρακτήρας, η ενσυναίσθηση, η ικανότητα συνεργασίας.

Π. Η δουλειά σε ομάδες είναι καθοριστική. Βλέπω portfolios και για επαγγελματική και για ακαδημαϊκή χρήση, και πάντα δίνω σημασία στο αν ο υποψήφιος φαίνεται «team player». Μου έχει τύχει να αξιολογήσω εξαιρετικούς υποψηφίους με πλούσιο βιογραφικό και δημιουργικό portfolio που όμως φαινόταν άκαμπτοι στις απόψεις τους και ακατάλληλοι για συνεργασία, οπότε δεν επικράτησαν.

Η συνεργασία είναι το 50% της υπόθεσης. Κανείς δεν πετυχαίνει μόνος του, αντίθετα από όσα πιστεύουν κάποιοι για τον «μοναχικό καβαλάρη» αρχιτέκτονα. Το ποιοι συνεργάζεσαι παίζει τεράστιο ρόλο στη διαμόρφωση της πορείας σου.

Β. Και φυσικά είναι σημαντική και η παρουσίαση, η ικανότητα να υποστηρίζεις και να επικοινωνείς τις ιδέες σου.

Π. Ακριβώς. Είναι όχι μόνο σημαντικό, αλλά πλέον αρχίζει να αποτελεί πρόβλημα. Σήμερα, πολλές σοβαρές αποφάσεις παίρνονται βάσει της πρώτης εντύπωσης, της δύναμης μιας εικόνας. Αυτό έχει και θετικές και αρνητικές συνέπειες. Για παράδειγμα, σε αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς με 700 συμμετοχές, η κριτική επιτροπή πρέπει να αποφασίσει μέσα σε λίγες ημέρες. Έτσι, η εικόνα μετράει περισσότερο από το βάθος της επεξεργασίας.

Το λέω συχνά στους φοιτητές: η παρουσίαση είναι καθοριστική. Μας ωθεί να είμαστε δημιουργικοί και να φτιάχνουμε όμορφα σχέδια και εικόνες, αλλά ενθαρρύνει και μια πιο επιπόλαιη προσέγγιση της αρχιτεκτονικής, που κάποια στιγμή μπορεί να μας βλάψει.

Β. Και φτάσαμε στην τελευταία ερώτηση. Αν ξεκινούσες σήμερα την καριέρα σου, τι συμβουλές θα έδινες στον εαυτό σου;

Π. Θα του έλεγα ότι χρειάζεται πάρα πολύ σκληρή δουλειά και επιμονή. Πρέπει να σκέφτεται κανείς σε βάθος χρόνου και να μην περιορίζεται μόνο στο επόμενο βήμα, στο επόμενο project ή την επόμενη εβδομάδα ή μήνα. Είναι απαραίτητο να έχει ένα μακροπρόθεσμο πλάνο, να ξέρει τι θέλει να κάνει μετά τα πρώτα πέντε χρόνια. Ένας σαφής στόχος είναι το κλειδί. Επιπλέον, δεν πρέπει να φθείρεται κανείς ασχολούμενος με πράγματα που δεν πιστεύει ή του κάνουν κακό — είτε αυτά είναι κακά project, είτε κακές συνεργασίες, είτε κακοί εργοδότες. Είναι πολύ σημαντικό να μπορείς να ξεφεύγεις από τις «κακοτοπιές». Αντίστοιχα, είναι εξίσου σημαντικό να κυνηγάς τις καλές συνεργασίες. Οι συνεργασίες αποτελούν το 50% της επιτυχίας. Η επιλογή των ανθρώπων με τους οποίους συνεργάζεσαι, είτε μόνιμα είτε περιστασιακά, επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την πορεία σου. Από αυτές κερδίζεις πολλά, διαμορφώνεσαι ως επαγγελματίας, αλλά μπορείς και να καταστραφείς αν δεν κάνεις τις σωστές επιλογές.

Β. Πολύ σωστά. Πάνο, σε ευχαριστούμε πολύ που ήσουν απόψε μαζί μας.

Π. Βασίλη, κι εγώ σε ευχαριστώ θερμά. Χάρηκα πολύ για αυτή τη συζήτηση και για τη συνεργασία που τρέχουμε τώρα με τα portfolios των παιδιών. Εύχομαι να συνεχίσεις με όμορφες ιδέες και την επόμενη δεκαπενταετία, και να τα λέμε πάντα.

Β. Να είσαι καλά και καλή συνέχεια!