Anna Vasileiou
Anna Vasileiou


Β. Δεκατοπέμπτο επεισόδιο της σειράς Archisearch Talks, με θεματική “Advice to Young Architects”. Και κοντά μας, από το MIT και το μακρινό Cambridge στη Μασαχουσέτη των ΗΠΑ είναι η Άννα. Είναι αρχιτέκτονας μηχανικός από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, απ’ όπου αποφοίτησε το 2015 με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την αρχιτεκτονική σύνθεση και την ενσωμάτωση της σε περιοχές ιδιαίτερης τοπογραφικής ευαισθησίας. Το 2018 μετακόμισε στη Μασαχουσέτη της Αμερικής για να ακολουθήσει μεταπτυχιακές σπουδές στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό στο MIT, ως υπότροφος του Department of Architecture και του ιδρύματος Ελευθερίας Μπάρκα, τις οποίες και μόλις ολοκλήρωσε
Μέσα από την ερευνητική φύση του προγράμματος, είχε τη δυνατότητα να εστιάσει στο architectural design και το fabrication, με ιδιαίτερη έμφαση στην ανάπτυξη εκπαιδευτικών εργαλείων και μεθοδολογιών σχεδιασμού και κατασκευής, με επίκεντρο το human-machine interaction. Συγχρόνως εργάστηκε ως teaching assistant στα σχεδιαστικά studio των Axel William, William O’ Brian και Florian Heidenberg και ως Research Assistant της Marianna Ibanez, με αντικείμενο που εκτείνεται από την αρχιτεκτονική σύνθεση, μέχρι το computational design, το generative design και το fabrication.
Συμμετείχε επίσης σε reviews μεταπτυχιακών φοιτητών ως κριτής. Ακαδημαϊκά της project από τις σπουδές της στην Ελλάδα και την Αμερική έχουν εκτεθεί μεταξύ άλλων στο Mimar Sinan Fine Art University το 2016, στο Harvard Natural History Museum το 2019 και το MIT το 2019. Το καλοκαίρι του 2019 συμμετείχε στην ερευνητική ομάδα εργασίας του Hassim Sarkis, στο πλαίσιο της δέκατης εβδόμης Biennale αρχιτεκτονικής της Βενετίας, με θέμα “How will we live together?”.
Κυρίες και κύριοι, κοντά μας σε απευθείας σύνδεση από το MIT είναι η Άννα Βασιλείου. Άννα καλημέρα. Ευχαριστούμε πολύ που είσαι κοντά μας.
Άννα: Καλημέρα, Βασίλη. Σας ευχαριστώ πολύ για την πρόσκληση και συγχαρητήρια για την πολύ σημαντική και ενδιαφέρουσα πρωτοβουλία. Είμαι χαρούμενη που συμμετέχω σήμερα.
Βασίλης: Πώς είναι η ζωή στο MIT πριν και μετά την πανδημία COVID-19;
Άννα: Η ζωή στο MIT έχει αλλάξει σημαντικά. Πριν την πανδημία, περνούσαμε το μεγαλύτερο μέρος της μέρας μας μέσα στα εργαστήρια – είτε παρακολουθώντας μαθήματα, είτε δουλεύοντας σε projects, είτε ως teaching assistants ή researchers. Υπήρχε έντονη αλληλεπίδραση και συνεργασία. Τώρα, με το lockdown, περιοριστήκαμε όλοι στους προσωπικούς μας χώρους πίσω από οθόνες, και χάσαμε την καθημερινή, ζωντανή επικοινωνία. Αυτό που πριν θεωρούσαμε ως πιθανό ανταγωνιστικό κλίμα, τώρα διαπιστώνουμε ότι ήταν κυρίως ένα κλίμα συνεργασίας και δημιουργικής ανταλλαγής ιδεών, που μας έλειψε πολύ.
Βασίλης: Μπορείς να μας μιλήσεις για τις διαφορές μεταξύ του εκπαιδευτικού συστήματος στην Ελλάδα και στην Αμερική και τα πλεονεκτήματα του καθενός;
Άννα: Πιστεύω ότι είναι πολύ χρήσιμο για έναν φοιτητή να εκπαιδευτεί σε διαφορετικά συστήματα, γιατί διευρύνει τους πνευματικούς του ορίζοντες. Στην περίπτωσή μου, η βασική αρχιτεκτονική εκπαίδευση στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο με είχε προετοιμάσει πολύ καλά για τις προκλήσεις που συνάντησα στο MIT. Μια σημαντική διαφορά είναι η αναλογία καθηγητών προς φοιτητές – εδώ είναι πολύ μεγαλύτερη, κάτι που δημιουργεί στενότερες σχέσεις και συνεργασίες, ιδίως σημαντικές για τους φοιτητές που χρειάζονται καθοδήγηση. Στην Ελλάδα, λόγω έλλειψης διδακτικού προσωπικού, τα τμήματα είναι μεγαλύτερα και ο χρόνος για feedback περιορισμένος. Όμως, η σύγκριση πρέπει να γίνεται λαμβάνοντας υπόψη ότι το ελληνικό πανεπιστήμιο είναι δημόσιο, ενώ το MIT είναι ιδιωτικό ίδρυμα.
Επιπλέον, στο MIT επικρατεί η ιδέα ότι όλοι – προπτυχιακοί, μεταπτυχιακοί, διδακτορικοί και καθηγητές – μπορούν να μάθουν ο ένας από τον άλλο, δημιουργώντας ένα συνεργατικό πνεύμα. Πολύ σημαντικό είναι επίσης το στοιχείο της πολυπολιτισμικότητας, που διαπερνά και κατευθύνει την εκπαιδευτική διαδικασία.
Τέλος, στα μεταπτυχιακά εργαστήρια εδώ υπάρχει έμφαση στην κριτική σκέψη ως προς το σχεδιασμό και τους χρήστες της αρχιτεκτονικής, ενώ δίνεται λιγότερη έμφαση στις τεχνικές λεπτομέρειες. Η θεωρία και η κριτική είναι ουσιαστικά αναπόσπαστο κομμάτι του σχεδιασμού. Τέλος, ενώ υπάρχουν πολλά ψηφιακά εργαλεία και εργαστηριακές υποδομές, δίνεται ακόμα μεγάλη σημασία στη χρήση φυσικών μοντέλων καθ’ όλη τη διάρκεια του σχεδιασμού, κάτι που ήταν πρόκληση όταν μεταβήκαμε στα διαδικτυακά μαθήματα λόγω πανδημίας.
Βασίλης: Πώς μπορεί η κρίση που αντιμετωπίζει σήμερα η αρχιτεκτονική και η αρχιτεκτονική εκπαίδευση να μετατραπεί σε ευκαιρία καινοτομίας και δημιουργικής προόδου;
Άννα: Πιστεύω ότι αυτό μπορεί να γίνει μέσα από τον επαναπροσδιορισμό του ρόλου της αρχιτεκτονικής και κυρίως με την τοποθέτηση του ανθρώπου-χρήστη στο επίκεντρο. Η αρχιτεκτονική υπηρετεί συλλογικές αξίες που αλλάζουν διαρκώς ανάλογα με το ευρύτερο πλαίσιο. Πρέπει να στοχεύουμε σε ευμετάβλητες αρχιτεκτονικές λύσεις αντί για μαζικές και αυτοματοποιημένες, παρά τις σύγχρονες ψηφιοποιημένες μεθόδους σχεδιασμού και κατασκευής.
Η καινοτομία γεννιέται από διαφορετικούς τρόπους σκέψης και κριτική, σε βάθος προσέγγιση του αρχιτεκτονικού προβλήματος. Η απλή χρήση εργαλείων χωρίς να αλλάζουμε τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε το σχεδιασμό δεν είναι πλέον παραγωγική.
Βασίλης: Πώς μπορούν οι δεξιότητες (skills) και οι «μαλακές» δεξιότητες (soft skills) που αναπτύσσονται εντός του πανεπιστημίου να αποτελέσουν εναλλακτικό τρόπο προετοιμασίας για την αγορά εργασίας;
Άννα: Υπάρχουν πολλές ευκαιρίες μέσα σε κάθε σχολή για την καλλιέργεια τόσο τεχνικών όσο και επικοινωνιακών δεξιοτήτων. Η διαφορά μεταξύ χωρών και συστημάτων έγκειται κυρίως στην πρόσβαση σε αυτές τις ευκαιρίες. Στην Ελλάδα θα ήταν χρήσιμο να ενισχυθούν οι τρόποι πρόσβασης των φοιτητών σε πρακτικές, συνεργασίες και διεπιστημονικές συζητήσεις με καθηγητές και ειδικούς από διαφορετικούς κλάδους.
Η συμμετοχή σε διαλέξεις, εργαστήρια και συλλογικές δράσεις βοηθά τους φοιτητές να διαμορφώσουν το προσωπικό τους αρχιτεκτονικό προφίλ και να μάθουν να επικοινωνούν τις ιδέες και τις λύσεις τους αποτελεσματικά.
Βασίλης: Το lockdown έφερε την εμπειρία της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης μέσω πλατφορμών όπως Zoom και Mural. Πώς ήταν για σένα αυτή η εμπειρία;
Άννα: Ήταν πρωτόγνωρη. Την έζησα τόσο ως φοιτήτρια όσο και ως teaching assistant. Κάθε πρόκληση φέρνει και ευκαιρία μάθησης, διδακτική και παιδαγωγική. Βλέπω θετικά και αρνητικά, αλλά πιστεύω ότι η διαδικτυακή εκπαίδευση θα συνεχίσει να παίζει ρόλο και στο μέλλον.
Β. Πόσο εκπαιδευτικά μπορούν να θεωρηθούν σήμερα τα ψηφιακά εργαλεία υπολογιστικού σχεδιασμού σε σύγκριση με τη μοντελοποίηση και τον πειραματισμό με φυσικά ή αναλογικά μέσα;
Α. Πιστεύω ότι όταν ο σχεδιασμός βασίζεται και ενημερώνεται από διαδικασίες που σχετίζονται με την παραγωγή (fabrication), η πρόσβαση σε πρωτότυπα εργαστήρια και workshops είναι απαραίτητη. Το διαπίστωσα έντονα στο πανεπιστήμιο, ιδιαίτερα κατά τη μετάβαση στη διαδικτυακή διδασκαλία. Ειδικότερα, δούλεψα ως teaching assistant στο σχεδιαστικό εργαστήριο των Florian Eisenberg και Chris Weaver, όπου το lockdown ανέδειξε τη σημασία της μακέτας ως εργαλείου προσημείωσης και διερεύνησης της κατασκευαστικής και συνθετικής διάστασης μιας πρότασης.
Κατά την περίοδο αυτή, οι φοιτητές κλήθηκαν να μεταφράσουν τις πληροφορίες που έδινε η μακέτα σε ψηφιακό περιβάλλον, κυρίως χρησιμοποιώντας το Rhino. Ωστόσο, το Rhino αποδείχτηκε περιορισμένο για τη συγκεκριμένη φάση σχεδιασμού. Χρησιμοποίησαν επιπλέον εργαλεία όπως το Grasshopper και το Karamba για πιο δομικά θέματα, αλλά δυσκολεύτηκαν να γεφυρώσουν το κενό μεταξύ δημιουργικότητας και υλοποίησης που δημιουργούν τα ψηφιακά εργαλεία υπολογιστικού σχεδιασμού. Αυτή ήταν μια πρόκληση και για την διδακτική ομάδα, καθώς έπρεπε να βοηθήσουμε τους φοιτητές να ξεπεράσουν αυτό το εμπόδιο.
Πλέον θεωρώ ότι πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε τον τρόπο χρήσης τόσο των φυσικών όσο και των ψηφιακών εργαλείων στη σχεδιαστική διαδικασία, αναθεωρώντας τον ρόλο τους. Στο πλαίσιο της ερευνητικής διπλωματικής μου εργασίας στο MIT, υπό την επίβλεψη του Axel Kilian και του Mark Goulthorpe, μελέτησα ακριβώς αυτή τη σχέση συνεργασίας μεταξύ του σχεδιαστή και του υπολογιστικού εργαλείου, δηλαδή ενός λογισμικού σχεδιασμού. Σχεδίασα μια εκπαιδευτική μεθοδολογία βασισμένη στην οριγκάμι για την επίλυση προβλημάτων υπολογιστικής γεωμετρίας. Ανέπτυξα ένα εγχειρίδιο σκέψης που συνδυάζει φυσικά και ψηφιακά εργαλεία και διεξήγαγα εκπαιδευτικό πείραμα με συμμετέχοντες, όπου ο σχεδιαστής είχε την ευελιξία να επιλέξει πόσο εμπιστεύεται τις ανθρώπινες αντιληπτικές και σχεδιαστικές ικανότητές του και πόσο το ψηφιακό εργαλείο.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι όσο πιο σύνθετο γίνεται το σχεδιαστικό πρόβλημα, τόσο πιο πολύ ο σχεδιαστής εμπιστεύεται τον υπολογιστή, ενώ μειώνεται η εμπιστοσύνη στον εαυτό του. Αυτό έχει ως συνέπεια την υποβάθμιση του δημιουργικού στοιχείου του σχεδιασμού, που αποτελεί και τη βασική διαφορά ανάμεσα στην ανθρώπινη και στην τεχνητή νοημοσύνη. Πιστεύω ότι είναι στο χέρι μας να επαναπροσδιορίσουμε τον ρόλο που θέλουμε να έχουμε στη σχεδιαστική διαδικασία, ώστε η αρχιτεκτονική να γίνει πιο δημιουργική, ανθρώπινη και ευέλικτη, και λιγότερο μηχανιστική.
Β. Τι συμβαίνει στην περίπτωση που ο σχεδιασμός στηρίζεται σημαντικά σε φυσικά μοντέλα και πρωτότυπα, για τα οποία η πρόσβαση σε εργαστήρια με 3D printers, laser cutters και αντίστοιχο εξοπλισμό είναι απαραίτητη; Πόσο υποστηρίζεται αυτή η πρακτική από τις διαδικτυακές πλατφόρμες εκπαίδευσης;
Α. Όπως ανέφερα και προηγουμένως, οι διαδικτυακές πλατφόρμες έχουν τόσο πλεονεκτήματα όσο και μειονεκτήματα, με περισσότερα μειονεκτήματα στην περίπτωση που ο σχεδιασμός βασίζεται σε φυσικά εργαλεία που απαιτούν φυσικό χώρο και εξοπλισμό. Παρ’ όλα αυτά, πιστεύω πως είναι σημαντικό να βρούμε εναλλακτικούς τρόπους αξιοποίησης των ψηφιακών εργαλείων που διαθέτουμε.
Όταν δεν υπάρχει πρόσβαση σε εργαστήρια ή workshops, μπορούμε να αναπτύξουμε εναλλακτικές προσεγγίσεις που υποκαθιστούν τη λειτουργία των χώρων αυτών με πιο σχεδιαστικούς τρόπους. Υπάρχει περιθώριο να εντοπίσουμε σημεία επαφής ανάμεσα στη δημιουργική σχεδιαστική διαδικασία και τη μετάφρασή της σε ψηφιακό ή παραμετρικό χώρο σχεδιασμού.
Για παράδειγμα, όπως διαπίστωσα στη διπλωματική μου εργασία, ακόμα και με ένα απλό κομμάτι χαρτί κάποιος μπορεί να πειραματιστεί με βασικές φυσικές δυνάμεις και να προσεγγίσει ένα μοντέλο προσομοίωσης, το οποίο διαφορετικά θα γινόταν μέσω λογισμικού ή πρωτοτύπων κατασκευών. Υπάρχουν συνεπώς ακόμη περιθώρια για αναθεώρηση και βελτίωση της εκπαιδευτικής διαδικασίας και της χρήσης των ψηφιακών μέσων.
Β. Ας περάσουμε τώρα στα portfolios. Ποια είναι η συμβουλή σου για τα portfolios που προορίζονται για μεταπτυχιακά προγράμματα; Υπάρχει διαφορά ανάμεσα σε αυτά που προορίζονται για χρήση στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό;
Α. Δεν θεωρώ ότι υπάρχει σημαντική διαφορά ανάμεσα σε portfolio για μεταπτυχιακό πρόγραμμα στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό. Το πιο σημαντικό είναι το περιεχόμενο να στοχεύει ξεκάθαρα στην κατεύθυνση και τη δομή του εκάστοτε προγράμματος, πανεπιστημίου ή ακόμα και γραφείου εργασίας, στην περίπτωση θέσης εργασίας.
Η καλύτερη συμβουλή είναι να διατηρείται το portfolio σύντομο, αφαιρετικό, με όσο το δυνατόν λιγότερο κείμενο και περισσότερο οπτικοποιημένο υλικό. Το portfolio πρέπει να αντικατοπτρίζει την προσωπική φιλοσοφία και έκφραση του κάθε φοιτητή ή υποψηφίου όσον αφορά την αρχιτεκτονική και το σχεδιασμό.
Β. Πώς μπορεί κάποιος να κάνει τη διπλωματική του εργασία να ξεχωρίσει;
Α. Είναι μια πολύ καλή και ταυτόχρονα δύσκολη ερώτηση, γιατί θεωρώ ότι είναι πολύ σχετική. Δεν υπάρχει κάποιος κανόνας ή προκαθορισμένο μονοπάτι που πρέπει να ακολουθήσει κάποιος για να το πετύχει. Το σημαντικό, κατά τη γνώμη μου, σε κάθε διπλωματική εργασία είναι να υπάρχει μια νότα καινοτομίας. Και καινοτομία δεν σημαίνει απαραίτητα πατέντα ή εφεύρεση, κάτι δηλαδή τελείως καινούργιο. Μπορεί να είναι κάτι αυθεντικό, που εκφράζει μια κριτική και προσωπική άποψη σχετικά με ένα αρχιτεκτονικό, σχεδιαστικό ή άλλο πρόβλημα. Κάτι που έχει διαχρονική αξία, δηλαδή δεν προσεγγίζει το θέμα επιφανειακά, αλλά επιχειρεί να αναλύσει σε βάθος τις βασικές πτυχές του, να κατανοήσει τους κεντρικούς άξονες του προβλήματος και τελικά να προτείνει λύσεις που πραγματικά το αγγίζουν.
Β. Είναι σημαντική η επιλογή θέματος της διπλωματικής για το μέλλον ενός αρχιτέκτονα;
Α. Κι εδώ τα πράγματα είναι σχετικά. Έχω παρατηρήσει πως υπάρχουν αρχιτέκτονες και σχεδιαστές που από τις προπτυχιακές τους σπουδές αναπτύσσουν και ακολουθούν μια συγκεκριμένη σχεδιαστική πορεία. Από την άλλη, υπάρχουν περιπτώσεις όπου ο σχεδιαστής αλλάζει σημαντικά την κατεύθυνσή του μετά τις προπτυχιακές σπουδές, είτε μέσω μεταπτυχιακού είτε μέσα από την εργασιακή εμπειρία. Αυτό συμβαίνει γιατί υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ ακαδημαϊκής εκπαίδευσης και πρακτικής εμπειρίας. Θα ήταν ιδανικό, αν κάποιος φοιτητής έχει ξεκάθαρη σχεδιαστική κατεύθυνση για την καριέρα του, να δομήσει ανάλογα το εκπαιδευτικό του υπόβαθρο, τις δεξιότητες και το portfolio του. Αυτό θα του δώσει πιο προσεγμένη και ολοκληρωμένη αρχιτεκτονική ματιά στο αντικείμενο που τον ενδιαφέρει.
Β. Ποια είναι η διαφορά μεταξύ ενός portfolio για μεταπτυχιακό και ενός για εργασία;
Α. Το portfolio για εργασία πρέπει να είναι πιο σύντομο και περιεκτικό. Αντίθετα, για ένα μεταπτυχιακό πρόγραμμα, ο φοιτητής μπορεί να συμπεριλάβει έργα από τις προπτυχιακές σπουδές, όπως τη διπλωματική του, ή project από αρχιτεκτονικά εργαστήρια. Μπορεί επίσης να ενσωματώσει έργα που ανέπτυξε κατά τη διάρκεια πρακτικής άσκησης σε γραφείο. Όλα αυτά δείχνουν το αρχιτεκτονικό υπόβαθρο του φοιτητή και εξηγούν το κίνητρο για την αίτηση στο συγκεκριμένο μεταπτυχιακό, κάτι που ενισχύεται και μέσα από τα motivation letters. Αντίθετα, στο portfolio για εργασία, το ζητούμενο είναι να αναδειχθούν οι τεχνικές και σχεδιαστικές δεξιότητες, τα soft skills και το αρχιτεκτονικό ένστικτο του υποψηφίου, με πιο πρακτικό και συνοπτικό τρόπο.
Β. Αν κάνω ένα μεταπτυχιακό σε έναν συγκεκριμένο τομέα, βοηθάει στην πρόσληψη σε αντίστοιχο γραφείο;
Α. Ναι, σίγουρα. Ένα μεταπτυχιακό σε συγκεκριμένο τομέα προσφέρει εξειδικευμένη γνώση και εμπειρία, που αποτελεί πλεονέκτημα. Τα γραφεία που ασχολούνται με αυτήν την κατεύθυνση ενδιαφέρονται να προσλάβουν ανθρώπους με τέτοιο εξειδικευμένο υπόβαθρο.
Β. Τι είναι πιο σημαντικό: η ολοκλήρωση μεταπτυχιακού ή η επαγγελματική εμπειρία;
Α. Εξαρτάται από τη φάση στην οποία βρίσκεται κάποιος. Κάποιοι, μετά τις προπτυχιακές σπουδές, συνεχίζουν άμεσα με μεταπτυχιακό χωρίς εργασιακή εμπειρία, συχνά γιατί στοχεύουν σε ακαδημαϊκή πορεία. Άλλοι προτιμούν να αποκτήσουν πρώτα εργασιακή εμπειρία για να ωριμάσουν ως προς τις επιλογές τους. Η πρακτική σε γραφείο επιτρέπει την επαφή με την πραγματική αρχιτεκτονική πράξη και διευρύνει την κατανόηση του αντικειμένου. Όσον αφορά την κλίμακα του γραφείου, δεν υπάρχει κανόνας· και τα μεγάλα και τα μικρά γραφεία προσφέρουν σημαντική εμπειρία. Προσωπικά, ξεκίνησα σε μικρότερο γραφείο κατά τη διάρκεια των προπτυχιακών μου σπουδών, κάτι που με βοήθησε να διαχειριστώ καλύτερα τις επόμενες προκλήσεις.
Β. Πώς επιλέγει κάποιος το μεταπτυχιακό του πρόγραμμα; Δίνεται μεγαλύτερη βαρύτητα στην ποιότητα του πανεπιστημίου, στη θεματική του προγράμματος ή στη χώρα όπου θα σπουδάσει;
Α. Πρέπει να γίνεται ένας συνδυασμός όλων αυτών. Από τη δική μου εμπειρία, προσπάθησα να συνδυάσω ποιότητα, αντικείμενο ενδιαφέροντος και χώρα. Όσον αφορά τη χώρα, για μένα δεν ήταν τόσο θέμα προτίμησης, όσο οι δυνατότητες εργασίας και επαγγελματικής εξέλιξης που αυτή προσφέρει.
Β. Ποια είναι η γνώμη σου για την εργασία και τη ζωή στο εξωτερικό, ειδικά αν λάβουμε υπόψη ότι η Ελλάδα έχει διεθνώς αναγνωρισμένα αρχιτεκτονικά γραφεία; Υπάρχει κάποιο πλεονέκτημα στο εξωτερικό;
Α. Το βασικό πλεονέκτημα στο εξωτερικό είναι η πολυπολιτισμικότητα και η τριβή με διαφορετικά αρχιτεκτονικά υπόβαθρα και δεξιότητες, που αναπτύσσουν τον ανταγωνισμό και το επίπεδο εργασίας. Επιπλέον, συχνά τα γραφεία στο εξωτερικό διαθέτουν μεγαλύτερους χώρους και πρόσβαση σε έργα μεγαλύτερης κλίμακας. Ωστόσο, και στην Ελλάδα υπάρχουν ευκαιρίες, ειδικά με τη στροφή προς διαγωνισμούς και έργα διαφόρων κλιμάκων.
Β. Κλείνοντας, ποια είναι τα σχέδιά σου για το μέλλον;
Α. Είναι η πιο δύσκολη ερώτηση. Μόλις ολοκλήρωσα τις μεταπτυχιακές μου σπουδές στο MIT και σε λίγες μέρες θα γίνει η ορκωμοσία μας. Θα ήθελα να βρω θέση είτε ως ερευνήτρια σε κάποιο εργαστήριο στη Μασαχουσέτη ή στο MIT, είτε ως computational designer ή αρχιτέκτονας. Με ενδιαφέρει να επιστρέψω στα παραδοσιακά μονοπάτια και να τα εξερευνήσω, γιατί εδώ η άσκηση της αρχιτεκτονικής γίνεται με διαφορετικό και πολύ ενδιαφέρον τρόπο σε σχέση με την Ελλάδα. Δεν έχω ακόμη συγκεκριμένο πλάνο, αλλά αυτές είναι κάποιες από τις σκέψεις μου για τα επόμενα βήματα.
Β. Σου εύχομαι να πραγματοποιηθούν όλα όσα οραματίζεσαι. Είμαστε περήφανοι που έχουμε τέτοια μυαλά στο εξωτερικό. Καλή συνέχεια και καλή μέρα. Τι ώρα είναι εκεί τώρα;
Α. Είναι 9:40 το πρωί. Καλησπέρα και σε εσάς, ευχαριστώ πολύ για την πρόσκληση και τη συζήτηση με τις ενδιαφέρουσες ερωτήσεις.
Β. Να είσαι καλά. Ελπίζουμε τα παιδιά να βρουν τη συζήτηση χρήσιμη και να πάρουν σωστές αποφάσεις. Ελπίζω να τα πούμε σύντομα και στην Ελλάδα.
Α. Το εύχομαι κι εγώ. Ευχαριστώ πολύ και να είστε καλά.